Δευτέρα 28 Ιανουαρίου 2008

Αριστοτέλους «Ηθικά Νικομάχεια» - Ενότητα 5

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ

Ενότητα 5η

Ως αποδεικτικό σημάδι ότι έχουν διαμορφωθεί τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα
Σημεῖον δὲ τῶν ἕξεων

μας πρέπει να θεωρούμε το ευχάριστο ή το δυσάρεστο συναίσθημα
δεῖ ποιεῖσθαι τὴν ἐπιγινομένην ἡδονὴν ἢ λύπην

που συνοδεύει τις πράξεις μας
τοῖς ἔργοις·

γιατί αυτός που μένει μακριά από τις σωματικές ηδονές
ὁ μὲν γὰρ ἀπεχόμενος τῶν σωματικῶν ἡδονῶν

και γι αυτό ακριβώς νιώθει ευχάριστα, είναι σώφρονας,
καὶ αὐτῷ τούτῳ χαίρων σώφρων,

ενώ αυτός που δυσανασχετεί, ακόλαστος
ὁ δ᾽ ἀχθόμενος ἀκόλαστος,

επίσης αυτός που αντιμετωπίζει όσα έχουν μέσα τους το στοιχείο του φόβου
καὶ ὁ μὲν ὑπομένων τὰ δεινὰ

και νιώθει ευχάριστα ή τουλάχιστον δε νιώθει δυσάρεστα, είναι ανδρείος,
καὶ χαίρων ἢ μὴ λυπούμενός γε ἀνδρεῖος,

ενώ εκείνος που δοκιμάζει δυσάρεστο συναίσθημα, δειλός.
ὁ δὲ λυπούμενος δειλός.

Και αυτά, επειδή η ηθική αρετή συνδέεται
ἡ γὰρ ἠθικὴ ἀρετή ἐστὶν

με τα ευχάριστα και τα δυσάρεστα συναισθήματα
περὶ ἡδονὰς καὶ λύπας ·

δηλαδή κάνουμε τις τιποτένιες πράξεις για την ευχαρίστηση,
πράττομεν γὰρ τὰ φαῦλα διὰ μὲν τὴν ἡδονὴν,


ενώ μένουμε μακριά από τα αισθητικά ωραία πράγματα
ἀπεχόμεθα δὲ τῶν καλῶν

εξαιτίας του δυσάρεστου συναισθήματος.
διὰ τὴν λύπην.

Γι αυτό πρέπει να έχουμε διαπαιδαγωγηθεί από την πιο μικρή ηλικία,
διὸ δεῖ ἦχθαί πως εὐθὺς ἐκ νέων,

όπως λέει ο Πλάτωνας, με τέτοιον τρόπο, ώστε να δοκιμάζουμε ευχάριστα
ὡς ὁ Πλάτων φησίν, ὥστε χαίρειν τε

και δυσάρεστα συναισθήματα
καὶ λυπεῖσθαι

με αυτά που πρέπει
οἷς δεῖ·

γιατί αυτή είναι η ορθή παιδεία.
αὕτη ἐστίν γὰρ ἡ ὀρθὴ παιδεία.


ΣΧΟΛΙΑ

Ερμηνευτικά καίριων λέξεων του κειμένου.

Έξεις: τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα μας, οι σταθεροί τρόποι συμπεριφοράς που μπορεί να είναι καλοί ή κακοί, αρετές ή κακίες.
ηδονή: στο κείμενο είναι το ευχάριστο συναίσθημα το οποίο δε δημιουργείται από σωματικό ερέθισμα. Οι ηδονές του σώματος καλούνται σωματικά ηδοναί. Αντίστοιχο της ηδονής ρήμα είναι το χαίρω.
Λύπη: το αντίθετο της ηδονής, το δυσάρεστο δηλαδή συναίσθημα. Αντίστοιχα ρήματα είναι τα λυπούμαι και άχθομαι.
Σώφρων: αυτός που απέχει από τις υλικές απολαύσεις με την έννοια ότι μπορεί και επιβάλλεται σ΄ αυτές και τις ελέγχει, δοκιμάζοντας όμως παράλληλη ευχαρίστηση γι αυτό. Στην νέα ελληνική: συνετός μυαλωμένος
Ακόλαστος: στην αριστοτελική ορολογία είναι όχι πολύ ακρατής, ο έκδοτος στις ηδονές, αλλά ατός που απέχει από τις υλικές απολαύσεις, όμως δεν δοκιμάζει παράλληλα ευχαρίστηση γι αυτό, αλλά νιώθει δυσάρεστα.

Κυριακή 27 Ιανουαρίου 2008

Αριστοτέλους «Ηθικά Νικομάχεια» - Ενότητα 4-10

Αριστοτέλη «Ηθικά Νικομάχεια» -- Ενότητες 4 - 10

ΕΝΟΤΗΤΑ 4η

Το ίδιο συμβαίνει και με τις αρετές. Δηλαδή κάνοντας
οὕτω δὴ καὶ ἐπὶ τῶν ἀρετῶν ἔχει· πράττοντες

όσα γίνονται κατά τις μεταξύ μας σχέσεις
γὰρ τὰ ἐν τοῖς συναλλάγμασι τοῖς πρὸς τοὺς ἀνθρώπους

γινόμαστε άλλοι δίκαιοι και άλλοι άδικοι,
γινόμεθα οἳ μὲν δίκαιοι οἳ δὲ ἄδικοι,

ενώ κάνοντας όσα έχουν μέσα τους το στοιχείο του φόβου
πράττοντες δὲ τὰ ἐν τοῖς δεινοῖς

και συνηθίζοντας να φοβόμαστε ή να έχουμε θάρρος γινόμαστε άλλοι ανδρείοι και άλλοι δειλοί.
καὶ ἐθιζόμενοι φοβεῖσθαι ἢ θαρρεῖν οἳ μὲν ἀνδρεῖοι οἳ δὲ δειλοί.

Το ίδιο συμβαίνει και μετις επιθυμίες και την οργή,
ὁμοίως δὲ καὶ τὰ περὶ τὰς ἐπιθυμίας ἔχει καὶ τὰ περὶ τὰς ὀργάς·

δηλαδή άλλοι γίνονται σώφρονες και πράοι, ενώ άλλοι ακόλαστοι
οἳ μὲν γὰρ σώφρονες καὶ πρᾶοι γίνονται, οἳ δ᾽ ἀκόλαστοι

και οργίλοι με το να συμπεριφερόμαστε σ’ αυτά άλλοι με αυτόν τον συγκεκριμένο τρόπο
καὶ ὀργίλοι, οἳ μὲν ἐκ τοῦ οὑτωσὶ ἐν αὐτοῖς ἀναστρέφεσθαι,

και άλλοι με τον άλλο. Με δυο λόγια,
οἳ δὲ ἐκ τοῦ οὑτωσί. καὶ ἑνὶ δὴ λόγῳ

τα όμοια στοιχεία του χαρακτήρα μας διαμορφώνονται με τις όμοιες ενέργειες.
αἱ ἕξεις γίνονται ἐκ τῶν ὁμοίων ἐνεργειῶν.



Γι αυτό πρέπει να προσδίδουμε μιαν ορισμένη ποιότητα στις ενέργειές μας,
διὸ δεῖ ἀποδιδόναι τὰς ἐνεργείας ποιὰς ·

επειδή με αυτών τις διαφορές είναι αντίστοιχα τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα μας.
κατὰ γὰρ τὰς τούτων διαφορὰς ἀκολουθοῦσιν αἱ ἕξεις.

Επομένως, δεν έχει μικρή σημασία ο εθισμός από την πιο μικρή ηλικία
οὐ μικρὸν οὖν διαφέρει τὸ ἐθίζεσθαι εὐθὺς ἐκ νέων

σ’ αυτόν ή τον άλλον τρόπο συμπεριφοράς,
οὕτως ἢ οὕτως,

αντίθετα έχει μεγάλη σημασία
ἀλλὰ πάμπολυ,

ή, καλύτερα, είναι το παν.
μᾶλλον δὲ τὸ πᾶν.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ

Ενότητα 5η

Ως αποδεικτικό σημάδι ότι έχουν διαμορφωθεί τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα
Σημεῖον δ τν ξεων

μας πρέπει να θεωρούμε το ευχάριστο ή το δυσάρεστο συναίσθημα
δεῖ ποιεσθαι τν πιγινομνην δονν λπην

που συνοδεύει τις πράξεις μας
τοῖς ργοις·

γιατί αυτός που μένει μακριά από τις σωματικές ηδονές
μν γρ πεχμενος τν σωματικν δονν

και γι αυτό ακριβώς νιώθει ευχάριστα, είναι σώφρονας,
καὶ ατ τοτ χαρων σφρων,

ενώ αυτός που δυσανασχετεί, ακόλαστος
δ χθμενος κλαστος,

επίσης αυτός που αντιμετωπίζει όσα έχουν μέσα τους το στοιχείο του φόβου
καὶ μν πομνων τ δειν

και νιώθει ευχάριστα ή τουλάχιστον δε νιώθει δυσάρεστα, είναι ανδρείος,
καὶ χαρων μ λυπομενς γε νδρεος,

ενώ εκείνος που δοκιμάζει δυσάρεστο συναίσθημα, δειλός.
δ λυπομενος δειλς.

Και αυτά, επειδή η ηθική αρετή συνδέεται
γρ θικ ρετ στν

με τα ευχάριστα και τα δυσάρεστα συναισθήματα
περὶ δονς κα λπας ·

δηλαδή κάνουμε τις τιποτένιες πράξεις για την ευχαρίστηση,
πράττομεν γρ τ φαλα δι μν τν δονν,

ενώ μένουμε μακριά από τα αισθητικά ωραία πράγματα
πεχμεθα δ τν καλν

εξαιτίας του δυσάρεστου συναισθήματος.
διὰ τν λπην.

Γι αυτό πρέπει να έχουμε διαπαιδαγωγηθεί από την πιο μικρή ηλικία,
διὸ δε χθα πως εθς κ νων,

όπως λέει ο Πλάτωνας, με τέτοιον τρόπο, ώστε να δοκιμάζουμε ευχάριστα
ς Πλτων φησν, στε χαρειν τε

και δυσάρεστα συναισθήματα
καὶ λυπεσθαι

με αυτά που πρέπει
οἷς δε·

γιατί αυτή είναι η ορθή παιδεία.
αὕτη στν γρ ρθ παιδεα.


ΣΧΟΛΙΑ

Ερμηνευτικά καίριων λέξεων του κειμένου.

Έξεις: τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα μας, οι σταθεροί τρόποι συμπεριφοράς που μπορεί να είναι καλοί ή κακοί, αρετές ή κακίες.
ηδονή: στο κείμενο είναι το ευχάριστο συναίσθημα το οποίο δε δημιουργείται από σωματικό ερέθισμα. Οι ηδονές του σώματος καλούνται σωματικά ηδοναί. Αντίστοιχο της ηδονής ρήμα είναι το χαίρω.
Λύπη: το αντίθετο της ηδονής, το δυσάρεστο δηλαδή συναίσθημα. Αντίστοιχα ρήματα είναι τα λυπούμαι και άχθομαι.
Σώφρων: αυτός που απέχει από τις υλικές απολαύσεις με την έννοια ότι μπορεί και επιβάλλεται σ΄ αυτές και τις ελέγχει, δοκιμάζοντας όμως παράλληλη ευχαρίστηση γι αυτό. Στην νέα ελληνική: συνετός μυαλωμένος
Ακόλαστος: στην αριστοτελική ορολογία είναι όχι πολύ ακρατής, ο έκδοτος στις ηδονές, αλλά ατός που απέχει από τις υλικές απολαύσεις, όμως δεν δοκιμάζει παράλληλα ευχαρίστηση γι αυτό, αλλά νιώθει δυσάρεστα.

Ενότητα 6η

Η αρετή καθιστά τον άνθρωπο ικανό
να εκτελέσει το προορισμένο γι’ αυτόν έργο

Δεν πρέπει όμως να το πούμε μόνο έτσι, ότι η αρετή είναι έξη•
Δεῖ δὲ μὴ μόνον οὕτως εἰπεῖν, ὅτι ἕξις,

πρέπει να πούμε και τι λογής έξη είναι.
ἀλλὰ καὶ ποία τις.

Ας κάνουμε λοιπόν την παρατήρηση πως κάθε αρετή κάνει το πράγμα του οποίου είναι αρετή
ῥητέον οὖν ὅτι πᾶσα ἀρετή, οὗ ἂν ᾖ ἀρετή,


α) να βρίσκεται στην τελειότερη κατάστασή του, και
αὐτό τε εὖ ἔχον ἀποτελεῖ

β) να εκτελεί καλά το έργο του•
καὶ τὸ ἔργον αὐτοῦ εὖ ἀποδίδωσιν,

π.χ. η αρετή του ματιού: και το ίδιο το μάτι το κάνει τέλειο,
οἷον ἡ τοῦ ὀφθαλμοῦ ἀρετὴ τόν τε ὀφθαλμὸν σπουδαῖον ποιεῖ

αλλά επίσης και το έργο του, αφού η αρετή του ματιού είναι που κάνει να βλέπουμε καλά.
καὶ τὸ ἔργον αὐτοῦ· τῇ γὰρ τοῦ ὀφθαλμοῦ ἀρετῇ εὖ ὁρῶμεν.

Όμοια η αρετή του αλόγου: α) κάνει το ίδιο το άλογο τέλειο,
ὁμοίως ἡ τοῦ ἵππου ἀρετὴ ἵππον τε (20) σπουδαῖον ποιεῖ

και β) το κάνει ικανό να τρέξει, να κρατήσει τον αναβάτη
καὶ ἀγαθὸν δραμεῖν καὶ ἐνεγκεῖν τὸν ἐπιβάτην

και να σταθεί αντιμέτωπο με τον εχθρό.
καὶ μεῖναι τοὺς πολεμίους.

Αν λοιπόν έτσι έχει το πράγμα σε κάθε περίπτωση,
εἰ δὴ τοῦτ᾽ ἐπὶ πάντων οὕτως ἔχει,

τότε και του ανθρώπου η αρετή θα είναι, λέω, η έξη
καὶ ἡ τοῦ ἀνθρώπου ἀρετὴ εἴη ἂν ἡ ἕξις

από την οποία ξεκινά και το ότι ο άνθρωπος γίνεται καλός
ἀφ᾽ ἧς ἀγαθὸς ἄνθρωπος γίνεται

και το ότι θα μπορέσει να εκτελέσει καλά το έργο που του ανήκει.
καὶ ἀφ᾽ ἧς εὖ τὸ ἑαυτοῦ ἔργον ἀποδώσει.

Πώς θα γίνει αυτό,… με τον ακόλουθο τρόπο να γίνει φανερό,
Πῶς δὲ τοῦτ᾽ ἔσται,… ὧδ᾽ ἔσται φανερόν,

αν εξετάσουμε δηλαδή να δούμε την ιδιαίτερη φύση της.
ἐὰν θεωρήσωμεν ποία τίς ἐστιν ἡ φύσις αὐτῆς.


ΕΝΟΤΗΤΑ 7Η

ΚΕΙΜΕΝΟ - ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

Σε κάθε πράγμα συνεχές και διαιρετό είναι δυνατόν να πάρουμε
ἐν παντὶ δὴ συνεχεῖ καὶ διαιρετῷ ἔστι λαβεῖν

το περισσότερο, το λιγότερο ή το ίσο και μάλιστα
τὸ μὲν πλεῖον τὸ δ᾽ ἔλαττον τὸ δ᾽ ἴσον, καὶ ταῦτα

σε σχέση με το ίδιο το πράγμα ή σε σχέση μ’ εμάς.
ἢ κατ᾽ αὐτὸ τὸ πρᾶγμα ἢ πρὸς ἡμᾶς·

Το δε ίσον είναι το μέσον μεταξύ της υπερβολής και της έλλειψης.
τὸ δ᾽ ἴσον μέσον τι ὑπερβολῆς καὶ ἐλλείψεως.

Όταν λέω το μέσον του πράγματος εννοώ εκείνο που βρίσκεται σε ίση απόσταση
λέγω δὲ μέσον τοῦ μὲν πράγματος τὸ ἴσον ἀπέχον

από καθένα από τα δυο άκρα του, το οποίο είναι ένα και μόνο το ίδιο
ἀφ᾽ ἑκατέρου τῶν ἄκρων, ὅπερ ἐστὶν ἓν καὶ τὸ αὐτὸ

σ’ όλα τα πράγματα. (‘Όταν λέω όμως μέσον) σε σχέση με εμάς (εννοώ)
πᾶσιν, πρὸς ἡμᾶς δὲ

εκείνο που δεν είναι ούτε περισσότερο ούτε λιγότερο (από το πρέπον).
ὃ μήτε πλεονάζει μήτε ἐλλείπει·

Αυτό δεν είναι ένα ούτε το ίδιο σε όλους. Για παράδειγμα, αν τα δέκα είναι πολλά
τοῦτο δ᾽ οὐχ ἕν, οὐδὲ ταὐτὸν πᾶσιν. οἷον εἰ τὰ δέκα πολλὰ


και τα δυο λίγα, τότε τα έξι είναι το μέσον ως προς το πράγμα καθαυτό
τὰ δὲ δύο ὀλίγα, τὰ ἓξ μέσα λαμβάνουσι κατὰ τὸ πρᾶγμα·

διότι υπερέχει τόσο από το ένα όσο ακριβώς υπολείπεται και από το άλλο
ἴσῳ γὰρ ὑπερέχει τε καὶ ὑπερέχεται·

αυτό δε είναι το μέσον κατά την αριθμητική αναλογία.
τοῦτο δὲ μέσον ἐστὶ κατὰ τὴν ἀριθμητικὴν ἀναλογίαν.

Αλλά το μέσον σε σχέση με εμάς δεν πρέπει να νοείται με τον αυτόν τρόπον.
τὸ δὲ πρὸς ἡμᾶς οὐχ οὕτω ληπτέον·

Αν οι δέκα μνες τροφής είναι πολλές για κάποιον να τις φάει, οι δυο είναι λίγες,
οὐ γὰρ εἴ τῳ δέκα μναῖ φαγεῖν πολὺ δύο δὲ ὀλίγον,

ο προπονητής των αθλητών δε θα ορίσει έξι μνες
ὁ ἀλείπτης ἓξ μνᾶς προστάξει·

διότι ίσως αυτή η ποσότητα τροφής είναι πολλή λίγη σε σχέση
ἔστι γὰρ ἴσως καὶ τοῦτο πολὺ ἢ ὀλίγον

μ’ αυτόν που θα τη λάβει. Για το Μίλωνα μπορεί να είναι λίγη,
τῷ ληψομένῳ · Μίλωνι μὲν γὰρ ὀλίγον,

για τον αθλητή όμως που μόλις ξεκίνησε
τῷ δὲ ἀρχομένῳ

να γυμνάζεται είναι ίσως μεγάλη. Το ίδιο συμβαίνει και στα αγωνίσματα του δρόμου
τῶν γυμνασίων πολύ. ὁμοίως ἐπὶ δρόμου

και της πάλης. Με αυτό τον τρόπο κάθε επιστήμονας αποφεύγει την υπερβολή
καὶ πάλης. οὕτω δὴ πᾶς ἐπιστήμων φεύγει τὴν ὑπερβολὴν μὲν

και την έλλειψη, επιζητεί δε το μέσον και αυτό επιλέγει,
καὶ τὴν ἔλλειψιν, ζητεῖ δὲ τὸ μέσον καὶ τοῦθ᾽ αἱρεῖται,

όχι το μέσον του ίδιου του πράγματος αλλά το μέσον σε σχέση μ’ εμάς.
μέσον δὲ οὐ τὸ τοῦ πράγματος ἀλλὰ τὸ πρὸς ἡμᾶς.


Ενότητα 7η σχόλια

Όσα λέγονται από τον φιλόσοφο σ’ αυτό το σημείο αποτελούν άμεση απάντηση στο ερώτημα ποία τις εστί η φύσις αυτής(=της αρετής) που τέθηκε στην προηγούμενη ενότητα. Από την ενότητα αυτή διαφαίνεται η προσπάθεια του Αριστοτέλη να αποδείξει ότι η αρετή βρίσκεται στη μεσότητα. Η απόδειξη όμως της άποψης αυτής προϋποθέτει καταρχήν τον προσδιορισμό της έννοιας της μεσότητας, για να γίνει αυτή πρώτα κατανοητή. Και ο προσδιορισμός αυτός θα επιχειρηθεί με δύο τρόπους: με κριτήρια αντικειμενικά αρχικά και υποκειμενικά ή μεταβλητά στη συνέχεια. Έτσι όλη η σκέψη του φιλοσόφου δομείται γύρω από τις έννοιες της μεσότητας και των δύο ακροτήτων.
Οι βασικές θέσεις της ενότητας είναι οι ακόλουθες :
v Ο προσδιορισμός της μεσότητας είναι δυνατός κατά δύο τρόπους : σε σχέση προς το πράγμα και σε σχέση προς ημάς.
v Η μεσότητα προς το πράγμα είναι μία και ίδια για όλους. <
v Η μεσότητα προς ημάς ούτε πλεονάζει ούτε ελλείπει - αποδεικτικά παραδείγματα. <!--[endif]-->
Οι ειδικοί αποφεύγουν την υπερβολή και την έλλειψη, ζητούν και επιλέγουν το μέσον προς ημάς.
Εν παντί δή συνεχεί και διαιρετώ... ... μήτε πλεονάζει μήτε ελλείπει... ουδέ ταυτόν πασίν :
Ο Αριστοτέλης επιχειρεί να προσδιορίσει την έννοια της μεσότητας, ώστε να καταλήξει στο βασικό του συμπέρασμα ότι η αρετή είναι μεσότητα. Πρώτα επιχειρείται ο αριθμητικός προσδιορισμός της έννοιας του μέσου: σε καθετί που έχει συνέχεια και μπορεί να διαιρεθεί, η διαίρεση είναι δυνατή κατά δύο τρόπους. Ή να διαιρεθεί σε δύο ίσα τμήματα ή σε δύο άνισα, το ένα μικρότερο και το άλλο μεγαλύτερο.
Ο πρώτος τρόπος προσδιορίζεται με τη φράση κατ' αυτό το πράγμα και είναι η αριθμητική μεσότητα, η οποία ισχύει για όλους. Αυτή έχει ως μέτρο τα πράγματα και απορρέει από αυτά, από την παρατήρηση και την έρευνα και ανάγεται στη σφαίρα της επιστημονικής γνώσης, η οποία καταλήγει σε πορίσματα που δεν επιδέχονται παρεκκλίσεις ή παρερμηνείες, αλλά ισχύουν πάντα. Επομένως έχει αντικειμενικό χαρακτήρα και εκφράζει την ίση απόσταση του μέσου από τα δύο άκρα.
Ο δεύτερος τρόπος προσδιορισμού της μεσότητας είναι η μεσότητα προς ημάς. Αυτή έχει υποκειμενικό χαρακτήρα. Έχει ως μέτρο τον εαυτό μας, τις ανάγκες μας, τις απόψεις μας, την ιδιότητά μας, την κατάστασή μας, τον τόπο και το χρόνο (υποκειμενικά κριτήρια) και επομένως δεν μπορεί να ισχύει για όλους. Βασικό στοιχείο για να την ορίσει κανείς είναι ότι ούτε πλεονάζει ούτε ελλείπει σε σχέση προς ημάς.
Με τη φράση αυτή (προς ημάς) ο φιλόσοφος δίνει την εντύπωση ότι δεν απέχει από τη σχετικοκρατική σοφιστική στάση, που εκφράζεται με την φράση του Πρωταγόρα Πάντων χρημάτων μέτρον εστίν άνθρωπος, των μεν όντων ως έστιν, των δε ουκ όντων ως ουκ έστιν (= Μέτρο όλων των πραγμάτων είναι ο άνθρωπος αυτών που υπάρχουν πως υπάρχουν, και αυτών που δεν υπάρχουν πως δεν υπάρχουν). Αυτή όμως η υποκειμενικότητα είναι φαινομενική, γιατί, όπως θα δούμε στη συνέχεια, ο Αριστοτέλης προσθέτει στο προς ημάς ένα νέο στοιχείο, τον ορθόν λόγον, ο οποίος διασφαλίζει την αντικειμενικότητα για τον προσδιορισμό του μέσου.
Επομένως μιλάμε για δύο είδη μεσότητας από τα οποία το δεύτερο έχει σχέση με την ηθική αρετή.
Ο όρος κατ' αυτό το πράγμα αντιστοιχεί στον σύγχρονο όρο αντικειμενικός και ο όρος προς ημάς στον όρο υποκειμενικός. Ως όροι αναφέρονται για πρώτη φορά σε αυτό το σημείο και ύστερα επαναλαμβάνονται στερεότυπα. Εκφράζουν την προσπάθεια του Αριστοτέλη για τη διαμόρφωση φιλοσοφικής ορολογίας, καθώς, ως γνωστόν, οι όροι αντικειμενικός και υποκειμενικός δεν είναι στην εποχή αυτή γνωστοί.
Το αριθμητικό μέσο έχει αντικειμενικό χαρακτήρα και απέχει ίση απόσταση από τα δύο άκρα. Κατά τον Κ. Τσάτσο, "η μεσότητα είναι εύκολο να βρεθεί όπου χωράει μαθηματική σκέψη, όπου η μεσότητα προσδιορίζεται από καθαρά αντικειμενικά στοιχεία. Αλλά όταν τη μεσότητα αυτή την αναζητάμε με βάση ένα υποκειμενικό δεδομένο, η εύρεσή της είναι δύσκολη".
Η αρετή ως μεσότητα :
Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη κάθε αρετή είναι το μέσο (σωστή συμπεριφορά) ανάμεσα σε δύο άκρα, την υπερβολή και την έλλειψη (λανθασμένη συμπεριφορά). Στην ενότητα 4 έχουν αναφερθεί κάποιες αρετές, η καθεμιά από τις οποίες αποτελεί μέσο, που βρίσκεται ανάμεσα στην υπερβολή και στην έλλειψη :
υπερβολή μέσον έλλειψις
θρασύτητα ανδρεία δειλία
ακολασία σωφροσύνη αναισθησία
οργή πραότητα απάθεια
Ωστόσο ο Αριστοτέλης στην ενότητα αυτή δεν αναφέρει το άκρο της έλλειψης σχετικά με τις αρετές που επισημαίνει, επειδή συναντάται πολύ πιο σπάνια από εκείνο της υπερβολής. Σε άλλα σημεία των Ηθικών Νικομαχείων αναφέρει άλλα παραδείγματα αρετών με την αντίστοιχη υπερβολή και έλλειψή τους. Σε μερικές όμως περιπτώσεις δεν υπάρχει έλλειψη ή υπερβολή στη συμπεριφορά του ανθρώπου. έτσι, μόνο για λόγους διδακτικούς βάζει κάποιες λέξεις που δεν έχουν πραγματικό αντίκρισμα.
Οίον ει τα δέκα πολλά... κατά την αριθμητικήν αναλογίαν :

Ο φιλόσοφος στηρίζει την άποψή του σε ένα παράδειγμα από το χώρο της αριθμητικής, ακολουθώντας τη γνωστή συλλογιστική του μέθοδο, την επαγωγή. Με κριτήρια λοιπόν αντικειμενικά το μέσο βρίσκεται σε ίση απόσταση από τα δύο άκρα και είναι το ίδιο για όλους. Στη σειρά των αριθμών 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10 τα δύο άκρα είναι το 2 (λίγο) και το 10 (πολύ), ενώ μέσο είναι το 6, το οποίο βρίσκεται σε ίση απόσταση και από το 2 και από το 10 (4 μονάδες).


υπερέχει και υπερέχεται :
το μέσο (6) ξεπερνάει το λίγο (2) τόσες μονάδες όσες ξεπερνιέται από το πολύ (10). ξεπερνάει και ξεπερνιέται κατά 4 μονάδες (6 - 2 = 4 και 10 - 6 = 4).
Το δε προς ημάς... επί δρόμου και πάλης :
Το δεύτερο παράδειγμα που χρησιμοποιεί ο φιλόσοφος αναφέρεται στο μέσον προς ημάς : αν οι δέκα μερίδες φαγητού είναι πολλές και οι δύο λίγες, ο προπονητής δεν θα διατάξει έξι μερίδες. Γιατί αυτές είναι λίγες για τον μεγάλο αθλητή Μίλωνα, πολλές όμως για έναν αρχάριο αθλητή. Το ίδιο ισχύει και για τους αθλητές του δρόμου και της πάλης. Επομένως το μέσον, η μεσότητα σε σχέση με τον εαυτό μας είναι κάτι σχετικό. Για παράδειγμα, στο θέμα του φαγητού η ποσότητα που πρέπει να παίρνει κάποιος, εξαρτάται από το ανάστημά του, την ηλικία του, την κατάσταση της υγείας του, από το πόσο βαριά εργασία κάνει. Το μέτρο και το μέσον δηλαδή δεν είναι το ίδιο για όλα τα άτομα.
Ο Μίλωνας (Μίλων) που αναφέρεται εδώ ήταν διάσημος αθλητής από τον Κρότωνα, την ελληνική αποικία της Κάτω Ιταλίας και ολυμπιονίκης. έζησε τον 6οαι. π.Χ. και το πρώτο μισό του 5ου. οι εξαιρετικές επιδόσεις του στους αθλητικούς αγώνες αλλά και στην
πολυφαγία πήραν θρυλικές διαστάσεις. Τον αναφέρουν ως μαθητή του Πυθαγόρα και συγγραφέα ορισμένων χαμένων έργων. Υμνήθηκε ιδιαίτερα από τον Σιμωνίδη. Η αναφορά στον Μίλωνα γίνεται και από τον Πλάτωνα στην Πολιτεία για τον ίδιο λόγο.
Ούτω δη πας επιστήμων την υπερβολήν... ..αλλά το προς ημάς :
Ο Αριστοτέλης καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο ειδικός αποφεύγει την υπερβολή ή την έλλειψη και αναζητάει το μέσο. Η τελική αυτή επιλογή του (αιρείται) γίνεται όχι σε σχέση προς το πράγμα (αντικειμενικά), αλλά σε σχέση προς ημάς (υποκειμενικά). Έτσι το μέσον είναι διαφορετικό και επιλέγεται όχι με κριτήριο την αριθμητική αναλογία, αλλά με κριτήριο και μέτρο τον ίδιο τον άνθρωπο και τη συγκεκριμένη του φύση. Η επιλογή αυτή (προαίρεσις) είναι αποτέλεσμα της λογικής κάθε ανθρώπου και έχει ως βασική προϋπόθεση την αυτογνωσία (γνώθι σαυτόν).
Ιδιαίτερη βαρύτητα έχει στο σημείο αυτό το σημασιολογικό περιεχόμενο των λέξεων ‘αιρείται’ και ‘προς ημάς’ , στις οποίες υπάρχει σπερματικά ο ορισμός της ηθικής αρετής : α) το μέσον προς ημάς β) η προαίρεση.
Με τον όρο "επιστήμων" δεν νοείται αυτός που ασχολείται με κάποια επιστήμη εξετάζοντας τα αντικειμενικά δεδομένα των πραγμάτων, επομένως και το αντικειμενικό μέσο, αλλά αυτός ο οποίος, έχοντας και κάποιο λογικό κριτήριο επιδιώκει το υποκειμενικό μέσο. Παρόμοια σημασία έχει ο όρος τεχνίται της επόμενης διδακτικής ενότητας.
Η θεωρία της μεσότητας δεν ανήκει στην πρωτοτυπία της σκέψης του Αριστοτέλη. Κανείς όμως δεν τη συνέλαβε κατά τον ίδιο τρόπο. Οι άλλοι φιλόσοφοι κάνουν λόγο για μέτρο, ενώ ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί τους όρους μεσότης και μέσον.
Το τελικό συμπέρασμα είναι: ο κάθε ειδικός αποφεύγει την υπερβολή
και την έλλειψη και επιδιώκει ως τελική προτίμηση το μέσον, όχι όμως σε
σχέση προς το πράγμα (αριθμητική ισότητα) αλλά σε σχέση με μας.
Επομένως μεσότητα δεν σημαίνει κατ' ανάγκη ίση απόσταση από δύο άκρα,
δεν είναι δηλαδή υπόθεση ποσοτική αλλά ποιοτική και έχει σχέση με τον
καθένα. Όποιος δηλαδή αναζητάει τη μεσότητα πρέπει να την καθορίσει
με προσωπική ευθύνη και με ελεύθερη προαίρεση.
Γενικά σε αυτήν την ενότητα ο φιλόσοφος συμπληρώνει όσα προηγούμενα είπε, ότι δηλαδή η ηθική αρετή είναι έξη. Συγκεκριμένα την προσδιορίζει ως μεσότητα προς ημάς, δηλαδή καθορίζεται με βάση υποκειμενικά κριτήρια και αναφέρεται στον ειδήμονα (επιστήμων) που επιζητεί και επιλέγει αυτή τη μεσότητα. Αυτά στοιχειοθετούν μια λογική διεργασία, δηλαδή μια διαδικασία για την οποία απαραίτητος είναι ο ορθός λόγος. Έτσι στη συνέχεια ο φιλόσοφος θα ορίσει την ηθική αρετή ως την μετά του ορθού λόγου έξι.


ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ «ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ»
ΕΝΟΤΗΤΑ 8η

ΚΕΙΜΕΝΟ - ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

Αν κάθε επιστήμη εκτελεί το έργο της έτσι καλά, αποβλέποντας δηλαδή
Εἰ δὴ πᾶσα ἐπιστήμη ἐπιτελεῖ τὸ ἔργον οὕτω εὖ, βλέπουσα

στο μέσον και κατευθύνοντας τα έργα της σ’ αυτό
πρὸς τὸ μέσον καὶ ἄγουσα τὰ ἔργα εἰς τοῦτο

(γι αυτό και συνηθίζουν να λένε ότι δεν είναι δυνατόν ούτε να αφαιρέσουμε
(ὅθεν εἰώθασιν ἐπιλέγειν ὅτι οὔτ᾽ ἔστιν ἀφελεῖν

ούτε να προσθέσουμε τίποτα από τα τέλεια έργα, διότι η υπερβολή
οὔτε προσθεῖναι τοῖς εὖ ἔχουσιν ἔργοις, ὡς τῆς μὲν ὑπερβολῆς

και η έλλειψη καταστρέφουν την τελειότητα των έργων, η μεσότητα όμωs
καὶ τῆς ἐλλείψεως φθειρούσης τὸ εὖ, τῆς δὲ μεσότητος

τη διαφυλάσσει, η δε ικανοί τεχνίτες κατασκευάζουν τα έργα τους, όπως λέμε,
σῳζούσης, οἱ δ᾽ ἀγαθοὶ τεχνῖται ἐργάζονται, ὡς λέγομεν,

αποβλέποντας στην επίτευξη αυτού),η δέ αρετή που είναι ακριβέστερη και ανώτερη
βλέποντες πρὸς τοῦτο)· ἡ δ᾽ ἀρετὴ ἀκριβεστέρα καὶ ἀμείνων

από κάθε τέχνη, όπως ακριβώς και η φύση θα μπορούσε να επιδιώκει
πάσης τέχνης ἐστὶν ὥσπερ καὶ ἡ φύσις, ἂν εἴη στοχαστική

το μέσον. Εννοώ την ηθική αρετή, διότι αυτή έχει σχέση με τα συναισθήματα
τοῦ μέσου. λέγω δὲ τὴν ἠθικήν· αὕτη γάρ ἐστι περὶ πάθη

και τις πράξεις και σ’ αυτά υπάρχει η υπερβολή και η έλλειψη
καὶ πράξεις, ἐν δὲ τούτοις ἔστιν ὑπερβολὴ καὶ ἔλλειψις

και το μέσον.
καὶ τὸ μέσον.

9η Ενότητα
Σημαντικές διευκρινήσεις
για το περιεχόμενο της έννοιας «μεσότης»

Παραδείγματος χάριν μπορεί κανείς να φοβηθεί ή να δείξει θάρρος,
οἷον καὶ φοβηθῆναι καὶ θαρρῆσαι

να επιθυμήσει, να οργισθεί ή να σπλαχνισθεί, γενικά να νιώσει ευχαρίστηση
καὶ ἐπιθυμῆσαι καὶ ὀργισθῆναι καὶ ἐλεῆσαι καὶ ὅλως ἡσθῆναι

ή δυσαρέσκεια, και σε μεγαλύτερο και σε μικρότερο βαθμό,
καὶ λυπηθῆναι ἔστι καὶ μᾶλλον καὶ ἧττον,

και ούτε το ένα ούτε το άλλο από τα δύο αυτά είναι καλό•
καὶ ἀμφότερα οὐκ εὖ·

να τα αισθανθεί όμως όλα αυτά τη στιγμή που πρέπει, εν σχέση με τα πράγματα που πρέπει, εν σχέση με τους ανθρώπους που πρέπει, για τον λόγο που πρέπει και με τον τρόπο που πρέπει,
τὸ δ᾽ ὅτε δεῖ καὶ ἐφ᾽ οἷς καὶ πρὸς οὓς καὶ οὗ ἕνεκα καὶ ὡς δεῖ,

αυτό είναι, κατά κάποιον τρόπο, το μέσον και το άριστο
μέσον τε καὶ ἄριστον,

― αυτό το δεύτερο έχει, βέβαια, άμεση σχέση με την αρετή.
ὅπερ ἐστὶ τῆς ἀρετῆς.

Όμοια και στις πράξεις υπάρχει υπερβολή, έλλειψη και το μέσον
ὁμοίως δὲ καὶ περὶ τὰς πράξεις ἔστιν ὑπερβολὴ καὶ ἔλλειψις καὶ τὸ μέσον.

― η αρετή αναφέρεται στα πάθη και στις πράξεις
ἡ δ᾽ ἀρετὴ περὶ πάθη καὶ πράξεις ἐστίν,

: σ' αυτά η υπερβολή αποτελεί λάθος και ψέγεται, το ίδιο και η έλλειψη,,
ἐν οἷς ἡ μὲν ὑπερβολὴ ἁμαρτάνεται καὶ ἡ ἔλλειψις [ψέγεται],


ενώ το μέσον επαινείται και είναι το ορθό•
τὸ δὲ μέσον ἐπαινεῖται καὶ κατορθοῦται·

φυσικά, τα δύο αυτά, ο έπαινος και η επιτυχία του ορθού, πάνε μαζί με την αρετή.
ταῦτα δ᾽ ἄμφω τῆς ἀρετῆς.

Ένα είδος μεσότητας είναι λοιπόν η αρετή, έτσι που έχει για στόχο της το μέσον.
μεσότης τις ἄρα ἐστὶν ἡ ἀρετή, στοχαστική γε οὖσα τοῦ μέσου.


ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ «ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ»

ΕΝΟΤΗΤΑ 10η

ΚΕΙΜΕΝΟ - ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ


Επιπλέον, το σφάλμα γίνεται με πολλούς τρόπους
Ἔτι τὸ μὲν ἁμαρτάνειν ἔστιν πολλαχῶς

(γιατί το κακό είναι σχετικό με το άπειρο, όπως δίδασκαν οι Πυθαγόρειοι,
(τὸ γὰρ κακὸν τοῦ ἀπείρου, ὡς οἱ Πυθαγόρειοι εἴκαζον,

ενώ το καλό με το πεπερασμένο), όμως το σωστό με έναν μόνο τρόπο
τὸ δ᾽ ἀγαθὸν τοῦ πεπερασμένου), τὸ δὲ κατορθοῦν μοναχῶς

(γι’ αυτό και είναι το ένα εύκολο, ενώ το άλλο δύσκολο πράγματι, είναι εύκολο
(διὸ καὶ τὸ μὲν ῥᾴδιον τὸ δὲ χαλεπόν, ῥᾴδιον μὲν

να αποτύχουμε στο στόχο μας, όμως είναι δύσκολο να τον επιτύχουμε)
τὸ ἀποτυχεῖν τοῦ σκοποῦ, χαλεπὸν δὲ τὸ ἐπιτυχεῖν)·

και γι’ αυτούς λοιπόν τους λόγους η υπερβολή και η έλλειψη πάνε μαζί με την κακία,
καὶ διὰ ταῦτ᾽ οὖν ἡ ὑπερβολὴ καὶ ἡ ἔλλειψις τῆς μὲν κακίας,

ενώ η μεσότητα με την αρετή
τῆς δ᾽ ἀρετῆς ἡ μεσότης·

γιατί καλοί γινόμαστε με έναν τρόπο, αλλά κακοί με πολλούς.
ἐσθλοὶ μὲν γὰρ ἁπλῶς, κακοί δὲ παντοδαπῶς.

Είναι λοιπόν η αρετή μόνιμο στροιχείο του χαρακτήρα, που επιλέγεται ελεύθερα από
ἔστιν ἄρα ἡ ἀρετὴ ἕξις προαιρετική,

το άτομο που βρίσκεται στο μέσο το οποίο προσδιορίζεται με κριτήρια υποκειμενικά
ἐν μεσότητι οὖσα τῇ πρὸς ἡμᾶς,


και καθορίζεται από τη λογική και συγκεκριμένα, κατά τη γνώμη μου,
ὡρισμένῃ λόγῳ

από τη λογική που καθορίζει ο φρόνιμος άνθρωπος.
καὶ ᾧ ἂν ὁρίσειεν ὁ φρόνιμος.

Και είναι μεσότητα ανάμεσα σε δυο κακίες,
μεσότης δὲ δύο κακιῶν,

από τις οποίες η μια βρίσκεται από την πλευρά της υπερβολής,
τῆς μὲν καθ᾽ ὑπερβολὴν

ενώ η άλλη από την πλευρά της έλλειψης και ακόμα είναι μεσότητα,
τῆς δὲ κατ᾽ ἔλλειψιν· καὶ ἔτι (μεσότης εστί)

επειδή άλλες από αυτές τις κακίες δε φτάνουν σ’ αυτό που πρέπει,
τῷ τὰς μὲν ἐλλείπειν τοῦ δέοντος

και άλλες το ξεπερνούν και στα συναισθήματα και στις πράξεις,
τὰς δ᾽ ὑπερβάλλειν ἔν τε τοῖς πάθεσι καὶ ἐν ταῖς πράξεσι,

ενώ η αρετή ευρίσκει και επιλέγει το μέσο.
τὴν δ᾽ ἀρετὴν καὶ εὑρίσκειν καὶ αἱρεῖσθαι τὸ μέσον.

Παρασκευή 25 Ιανουαρίου 2008

Αριστοτέλους «Ηθικά Νικομάχεια» - Ενότητα 2

ΕΝΟΤΗΤΑ 2η (B1,4), Η ΗΘΙΚΗ ΑΡΕΤΗ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΗΘΙΚΗ ΠΡΑΞΗ


Σχετικά με όσα έχουμε μέσα μας εκ φύσεως

Διατύπωση θέσης

Παραδείγματα
Σχετικά με τις ηθικές αρετές: Διατύπωση θέσης       

Κείμενο
Ἔτι ὅσα μὲν φύσει ἡμῖν παραγίνεται, τὰς δυνάμεις τούτων πρότερον κομιζόμεθα, ὕστερον δὲ τὰς ἐνεργείας ἀποδίδομεν (ὅπερ ἐπὶ τῶν αἰσθήσεων δῆλον· οὐ γὰρ ἐκ τοῦ πολλάκις ἰδεῖν ἢ πολλάκις ἀκοῦσαι τὰς αἰσθήσεις ἐλάβομεν, [30] ἀλλ᾽ ἀνάπαλιν ἔχοντες ἐχρησάμεθα, οὐ χρησάμενοι ἔσχομεν)· τὰς δ᾽ ἀρετὰς λαμβάνομεν ἐνεργήσαντες πρότερον, ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων τεχνῶν· ἃ γὰρ δεῖ μαθόντας ποιεῖν, ταῦτα ποιοῦντες μανθάνομεν, οἷον οἰκοδομοῦντες οἰκοδόμοι γίνονται καὶ κιθαρίζοντες κιθαρισταί· 1103b [1] οὕτω δὴ καὶ τὰ μὲν δίκαια πράττοντες δίκαιοι γινόμεθα, τὰ δὲ σώφρονα σώφρονες, τὰ δ᾽ ἀνδρεῖα ἀνδρεῖοι.

1. ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΛΕΞΗΣ: «τι»
Στο προηγούμενο κείμενο ο Αριστοτέλης απέδειξε ότι οι ηθικές αρετές δεν υπάρχουν μέσα μας εκ φύσεως αλλά είναι αποτέλεσμα εθισμού. Σ' αυτό το κείμενο θα στηρίξει την ίδια θέση χρησιμοποιώντας ένα νέο επιχείρημα, που εισάγεται με τη λέξη «τι». Το «τι» αποκτά εδώ μεταβατική και προσθετική σημασία.
2. ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΟΡΩΝ: «δύναμις - ενέργεια»
Ο Αριστοτέλης πίστευε ότι κάθε ον αποτελείται από δύο αχώριστα στοιχεία: την ύλη και τη μορφή. Η ύλη περιέχει μέσα της τη μορφή αρχικά «δυνάμει» και, αν υπάρξουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις, θα την αποκτήσει και «ενεργεία». Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του μάρμαρου, που «δυνάμει» είναι άγαλμα. Αν, όμως, το σμιλέψει ο γλύπτης, θα γίνει άγαλμα «ενεργεία». Έτσι, λοιπόν, καταλαβαίνουμε ότι ο φιλόσοφος ορίζει τη «δύναμιν» και την «ένέργειαν», τις δύο θεμελιώδεις έννοιες της φιλοσοφίας του, ως εξής: «δύναμις» είναι η δυνατότητα που έχει ένα πράγμα ή ένα ον να γίνει ή να κάνει κάτι φτάνοντας στο τέλος του, στην τελειοποίησή του, ενώ «ενέργεια» είναι η πραγμάτωση αυτής της δυνατότητας, η δραστηριότητα που απαιτείται για να γίνονται πράξη οι δυνατότητες. Για εκείνον, η «ενέργεια» έχει μεγαλύτερη σημασία από τη «δύναμιν», αφού η πρώτη εξαρτάται από την προσπάθεια που καταβάλλει κάθε άνθρωπος, την προσωπική ευθύνη και προαίρεση, ενώ η δεύτερη σχετίζεται με τη φύση και υπάρχει ανεξάρτητα από τον άνθρωπο. Στο κείμενο συνδέει «τάς δυνάμεις» με το «πρότερον» και «τάς ενεργείας» με το «ύστερον» εννοώντας ότι οι «δυνάμεις» έχουν χρονική προτεραιότητα - και όχι λογική και οντολογική - έναντι των «ενεργειών».
Στη συνέχεια, θα προσπαθήσει να αποδείξει τη θέση του, ότι οι ηθικές αρετές δεν υπάρχουν μέσα μας εκ φύσεως, χρησιμοποιώντας αυτές τις δύο βασικές έννοιες.
3. ΤΑ ΤΡΙΑ ΕΙΔΗ ΤΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ
Στο έργο του «Μετά τά Φυσικά» (05.1047b 31-35): «πασν δέ τν δυνάμεων οσν τν μέν συγγενν οον τν ασθήσεων, τν δε θει οον τς το αλεν, τν δε μαθήσει οον τς τν τεχνν», ο Αριστοτέλης διακρίνει τρία είδη δυνάμεων:
α. «εγγενείς», αυτές που υπάρχουν στον άνθρωπο από τη γέννησή του (πχ. οι αισθήσεις) και συνδέονται με το άλογο μέρος της ψυχής,
β. «εξ' έθους», αυτές που τις αποκτά ο άνθρωπος με την άσκηση, τον εθισμό (πχ. οι πρακτικές τέχνες, το παίξιμο ενός μουσικού οργάνου) και συνδέονται με το άλογο και με το λογικό μέρος της ψυχής και
γ. «εκ μαθήσεως», τις δυνάμεις που τις αποκτά ο άνθρωπος με τη μάθηση (πχ. οι επιστημονικές γνώσεις) και συνδέονται και αυτές με το λογικό μέρος της ψυχής.

4. ΤΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ ΜΕ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΝΔΥΝΑΜΩΝΕΙ ΤΗ ΘΕΣΗ ΤΟΥ, ΟΤΙ ΚΑΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΗΘΙΚΕΣ ΑΡΕΤΕΣ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΕΣΑ ΜΑΣ ΕΚ ΦΥΣΕΩΣ
α. Όσα έχουμε μέσα μας εκ φύσεως («όσα μέν φύσει ήμν παραγίνεται»)
Ο Αριστοτέλης ξεκινάει το συλλογισμό του διερευνώντας πρώτα τι συμβαίνει σε όσα χαρακτηριστικά έχουμε μέσα μας εκ φύσεως. Αυτά έχουν εκ των προτέρων μέσα τους τη δυνατότητα να πραγματωθούν αλλά η πραγμάτωση τους έρχεται ύστερα χωρίς να χρειάζεται ο εθισμός, η επανάληψη μιας ενέργειας. Για να αποδείξει τα λεγόμενά του ο φιλόσοφος, χρησιμοποιεί το παράδειγμα των αισθήσεων: την όραση και την ακοή δεν τις αναπτύξαμε μέσα από την εξάσκηση, αντιθέτως υπάρχουν ήδη αναπτυγμένες μέσα μας και περνάμε αμέσως στη χρησιμοποίησή τους.
Εδώ, ο Αριστοτέλης, για να παρουσιάσει τη θέση του χρησιμοποιεί αναλογικό συλλογισμό, με αντιθετική παρουσίαση των λειτουργιών των αισθήσεων.
β. Οι ηθικές αρετές («τάς δ' άρετάς λαμβάνομεν ένεργήσαντες πρότερον»)
Αντίθετα, στις ηθικές αρετές προηγείται η ενέργεια, δηλαδή η εξάσκηση, η επανάληψη μιας ενέργειας, και ακολουθεί η κατάκτηση της ηθικής αρετής. Αλλά για να γίνει η αρετή από προαίρεση πράξη, είναι ανάγκη ο άνθρωπος να μάθει κάποιο τρόπο άσκησης. Ο Αριστοτέλης για τον τρόπο αναφέρει, «γιατί όσα πρέπει να κάνουμε αφού τα μάθουμε, τα μαθαίνουμε κάνοντάς τα («α γάρ δει μαθόντας ποιεΐν, ταΰτα ποιοΰντες μανθάνομεν»). Δύο παραδείγματα από την καθημερινή ζωή, που αφορούν τις πρακτικές τέχνες αποδεικνύουν την αλήθεια της θέσης αυτής: για να αποκτήσει δηλαδή κανείς την ικανότητα του οικοδόμου ή του κιθαριστή, πρέπει πρώτα να εξασκηθεί στο χτίσιμο ή στο παίξιμο της κιθάρας αντίστοιχα.
Συμπέρασμα («ούτω δη ... άνδρεα άνδρεοι»)
Αυτό, λοιπόν, που συμβαίνει στις πρακτικές τέχνες, συμβαίνει και στις ηθικές αρετές (αναλογία): με την επανάληψη και τον εθισμό σε ηθικές πράξεις αποκτούμε τις ηθικές αρετές. Το συμπέρασμα εισάγεται με το «οΰτω δή», και με τρία παραδείγματα ηθικών αρετών: της δικαιοσύνης, της σωφροσύνης και της ανδρείας.

Συνοπτική νοηματική απόδοση του συλλογισμού
1η προκείμενη: σε όσα υπάρχουν μέσα μας εκ φύσεως προηγείται η ύπαρξη και η δυνατότητα μιας ενέργειας και ακολουθεί η ενέργεια, η πραγμάτωση της δυνατότητας (δύναμις -> ενέργεια)
2η προκείμενη: στις ηθικές αρετές προηγείται η ενέργεια, ο εθισμός και η επανάληψη μιας πράξης και ακολουθεί η κατάκτησή τους νέργεια -> δύναμις).
Συμπέρασμα: οι ηθικές αρετές δεν υπάρχουν μέσα μας εκ φύσεως, αφού δεν ακολουθούν την πορεία όσων υπάρχουν μέσα μας εκ φύσεως.

5. Η ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΧΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΡΡΗΜΑΤΩΝ «πρότερον - ύστερον» και «πολλάκις»
Προκειμένου ο Αριστοτέλης να αποδώσει τη χρονική προτεραιότητα των δυνάμεων έναντι των ενεργειών (δύναμις -> ενέργεια) σε όσα χαρακτηριστικά υπάρχουν μέσα μας εκ φύσεως, συνδέει τις δυνάμεις με το «πρότερον» και με απαρέμφατα ή μετοχές αορίστου που δηλώνουν το προτερόχρονο («ίδεΐν», «άκοΰσαι», «χρησάμενοι»). Αντίθετα, για να αποδώσει την αντίθετη πορεία που ακολουθείται στις ηθικές αρετές (ενέργεια -> δύναμις), συνδέει τη μετοχή «ένεργήσαντες» με το «πρότερον», για να δηλώσει το προτερόχρονο, ή τις μετοχές ενεστώτα «ποιοΰντες» και «πράττοντες», για να δηλώσει το σύγχρονο. Έτσι, αν προσπαθήσουμε να συσχετίσουμε τα παραπάνω με τα παραδείγματα που δίνονται στο κείμενο (αισθήσεις - τέχνες - αρετές) και με τα δύο ζεύγη των αριστοτελικών όρων «πρότερον -ύστερον» και «δυνάμει - ενεργεία», προκύπτει το εξής διάγραμμα:

φύσει (αισθήσεις) : πρότερον δυνάμει -> ύστερον ενεργεία
έξ έθους (τέχνες) : πρότερον ενεργεία -> ύστερον δυνάμει
έξ έθους (αρετές) : πρότερον ενεργεία -> ύστερον δυνάμει



Χαρακτηριστική είναι η χρήση του επιρρήματος «πολλάκις». Παρόλο που αναφέρεται σε όσα χαρακτηριστικά έχουμε εκ φύσεως, η χρήση του υποδηλώνει ότι για την κατάκτηση των ηθικών αρετών είναι απαραίτητη η άσκηση και η επανάληψη.

6. ΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ Η ΚΑΤΑΚΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΡΕΤΗΣ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΗ, ΑΦΟΥ, ΓΙΑ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΜΙΑ ΕΝΑΡΕΤΗ ΠΡΑΞΗ (Π.Χ. ΔΙΚΑΙΗ ΠΡΑΞΗ), ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΗΔΗ ΕΝΑΡΕΤΟΣ (Π.Χ. ΔΙΚΑΙΟΣ);
Για να λυθεί αυτή η απορία, πρέπει να σταθούμε σε κάποιες επισημάνσεις που ο Αριστοτέλης θα θίξει σε επόμενη ενότητα. Οι πράξεις, λοιπόν, που προηγούνται και επαναλαμβάνονται δεν είναι τυχαίες ούτε γίνονται κατόπιν υποδείξεως, αλλά αυτός που τις κάνει, πρέπει:
α. να έχει συνείδηση των πράξεών του,
β. να τις έχει επιλέξει ενσυνείδητα και να έχει δηλώσει με σαφήνεια την προτίμηση του γι' αυτές,
γ. να έχει κάνει τις πράξεις αυτές μόνιμο, σταθερό και αμετάβλητο τρόπο συμπεριφοράς του.
Οι πράξεις, όμως, λέγονται δίκαιες και σώφρονες, αν αυτός που τις κάνει, τις κάνει και με τον τρόπο που τις κάνουν οι δίκαιοι και σώφρονες άνθρωποι. Σωστά, λοιπόν, λέμε ότι ο άνθρωπος γίνεται δίκαιος με τις επανειλημμένες πράξεις δικαιοσύνης.
ΑΙΣΘΗΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
Ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί τα παρακάτω εκφραστικά μέσα, προκειμένου να ενισχύσει το επιχείρημα του:
α. Αντιθέσεις: «όσα μέν φύσει ... * τάς δ' άρετάς λαμβάνομεν», «τάς δυνάμεις τούτων πρότερον κομιζόμεθα * ύστερον δέ τάς ενεργείας άποδίδομεν» «ού γάρ έκ τοΰ πολλάκις ίδεΐν ... άλλ' άνάπαλιν έχοντες έχρησάμεθα»
β. Αναλογίες: «τάς δ' άρετάς λαμβάνομεν ένεργήσαντες πρότερον, ώσπερ και έπϊ των άλλων τεχνών», «α γάρ δει μαθόντας ποιεΐν, ταΰτα ποιοΰντες μανθάνομεν ... - ούτω δή και τά μέν δίκαια πράττοντες δίκαιοι γινόμεθα
γ. Παραδείγματα: Ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί δύο ζευγάρια παραδειγμάτων: όραση - ακοή οικοδόμοι - κιθαριστές
Επιπλέον, παρατηρούμε και τη χρήση άλλων εκφραστικών μέσων: α. Σχήμα κατ' άρση και θέση: «ού γάρ έκ τοΰ πολλάκις ίδεΐν ... άλλ' άνάπαλιν έχοντες έχρησάμεθα» β. Σχήμα εξ αναλόγου: «τάς δ' άρετάς λαμβάνομεν ένεργήσαντες πρότερον, ώσπερ και έπι τών άλλων τεχνών» (εννοείται : ένεργοΰμεν πρότερον) γ. Σχήμα από κοινού: «οίκοδομοΰντες οίκοδόμοι γίνονται και κιθαρίζοντες κιθαρισται (γίνονται)» «τά μέν δίκαια πράττοντες δίκαιοι γινόμεθα, τά δέ σώφρονα (πράττοντες) σώφρονες (γινόμεθα), τά δ' άνδρεΐα (πράττοντες) άνδρεΐοι (γινόμεθα)» δ. Πολυσύνδετο σχήμα:  «τά μέν δίκαια ..., τά δέ σώφρονα ..., τά δ' άνδρεΐα ...»
ε. Εναλλαγή πρώτου και τρίτου πληθυντικού προσώπου: Παρατηρούμε και σ' αυτή αλλά και σε επόμενες ενότητες ότι, όταν ο Αριστοτέλης αναφέρεται σε ανθρώπους (στους οποίους συμπεριλαμβάνει και τον εαυτό του), χρησιμοποιεί το α' πληθυντικό πρόσωπο. Συγκεκριμένα, στο κείμενο αυτό χρησιμοποιεί οχτώ ρήματα σε αυτό το πρόσωπο: «κομιζόμεθα», «άποδίδομεν», «έλάβομεν», «έχρησάμεθα», «έσχομεν», «λαμβάνομεν», «μανθάνομεν», «γινόμεθα». Όταν, πάλι, αναφέρεται στους οικοδόμους ή τους κιθαριστές, χρησιμοποιεί το γ' πληθυντικό πρόσωπο. Η αλλαγή αυτή ίσως να οφείλεται στο ότι ο φιλόσοφος δεν είχε προσωπική επαφή με τις τέχνες και τους τεχνίτες. Ωστόσο, μας προβληματίζει ότι σε επόμενες ενότητες (πχ. 4η και 6η) εναλλάσσει τα πρόσωπα («γινόμεθα οί μέν δίκαιοι οϊ δέ άδικοι», «οϊ μέν γάρ σώφρονες και πράοι γίνονται») ή χρησιμοποιεί γ' πληθυντικό εκεί που θα περιμέναμε α' πληθυντικό («άγαθός άνθρωπος γίνεται», ενώ θα περιμέναμε «αγαθοί άνθρωποι γινόμεθα»).
Από τα παραπάνω, λοιπόν, μπορούμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι η χρήση γ' προσώπου δεν αποτελεί συνειδητή επιλογή, αλλά χρησιμοποιείται μάλλον ασυναίσθητα και προσδίδεται μ' αυτόν τον τρόπο ποικιλία στο λόγο. Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι τα κείμενα του Αριστοτέλη προέρχονται από προσωπικές του σημειώσεις, που χρησιμοποιούσε στις παραδόσεις των μαθημάτων του. Είναι, λοιπόν, εύλογο σ' αυτές τις σημειώσεις να έχουν παρεισφρήσει και στοιχεία του προφορικού λόγου.
στ. «ώσπερ και έπί των άλλων τεχνών» Άλλο ένα στοιχείο αυθόρμητου και προφορικού λόγου συναντάμε στη φράση «ώσπερ καϊ έπϊ των άλλων τεχνών». Ο προσθετικός «καϊ» εδώ είναι περιττός, ενώ ο προσδιορισμός «άλλων» υποδηλώνει ότι οι αρετές είναι και αυτές τέχνες, κάτι βέβαια που δεν ισχύει. Κανονικά, λοιπόν, η παραβολική φράση θα έπρεπε να είναι ως εξής: «ώσπερ έπϊ τών τεχνών». Υπενθυμίζουμε και πάλι ότι τα κείμενα του Αριστοτέλη προέρχονται από προσωπικές του σημειώσεις, που χρησιμοποιούσε στις παραδόσεις των μαθημάτων του. Είναι, λοιπόν, εύλογο σ' αυτές τις σημειώσεις να έχουν παρεισφρήσει και στοιχεία του προφορικού λόγου.

ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΑ ΚΑΙ ΟΜΟΡΡΙΖΑ ΣΤΗ ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ
κομιζόμεθα < κομίζομαι: κομιστής, διακομιστής, κόμιστρο, μετακόμιση, προσκόμιση, αποκόμιση, διακομιδή, ανακομιδή, συγκομιδή, αποκομιδή
ενεργείας < έν + έργον < εργάζομαι: εργασία, διεργασία, επεξεργασία, προεργασία, εργασιοθεραπεία, εργασιομανής, εργαστήριο, εργαλείο, εργάτης, εργατικός, εργατικότητα, εργατοπατέρας, εργατοϋπάλληλος, εργατοώρα, έργο, εργοδηγός, εργοδότης, άεργος, άνεργος, περίεργος, πάρεργο, εργόχειρο, ανενεργός, ραδιενεργός, απεργός, συνεργός, απεργία, ανεργία, κωλυσιεργία, καλλιέργεια, ενέργεια, περιέργεια, πανούργος, κακούργος, ραδιούργος, χειρουργός, δημιουργός, ξυλουργός, μουσουργός, στιχουργός, υφαντουργία, μεταλλουργία, μεταξουργία, δημιούργημα, κακούργημα, όργανο, όργιο
έλάβομεν < λαμβάνω: λαβή, απολαβή, παραλαβή, συλλαβή, αντιλαβή, χειρολαβή, λήψη, μετάληψη, σύλληψη, πρόσληψη, επανάληψη, κατάληψη, προκατάληψη, περίληψη, αντίληψη, υπόληψη, επιληψία, θρησκοληψία, μεροληψία, αμεροληψία, ηχοληψία, παραλήπτης, ηχολήπτης, εικονολήπτης, ανεπανάληπτος, ακατάληπτος, ασύλληπτος, ευυπόληπτος, εργολάβος, δικολάβος, λήμμα, λάφυρο
έχρησάμεθα < χρήομαι μαι: χρήση, χρήστης, χρήσιμος, χρησιμοθήρας, χρηστικός, χρησιμότητα, χρησιμοποίηση, αχρησιμοποίητος, χρηστός, εύχρηστος, δύσχρηστος, άχρηστος, ιδιοχρησία, χρήμα, χρηματικός, χρησμός
τεχνών < τίκτω: τόκος, επίτοκος, επιτόκιο, απότοκος, τοκετός, τεκνοποίηση, άτεκνος, τέκτονας, αρχιτέκτονας, τεχνική, τεχνοκράτης, τεχνολογία, έντεχνος, άτεχνος, περίτεχνος
οικοδόμοι < οίκος + δόμος: οίκημα, οίκηση, ιδιοκατοίκηση, διοίκηση, συγκατοίκηση, μετοίκηση, οικία, κατοικία, μονοκατοικία, πολυκατοικία, συνοικία, αποικία, παροικία, ένοικος, περίοικος, κάτοικος, συγκάτοικος, μέτοικος, οικισμός, οικιστικός, αποικισμός, αποικιστικός, οικοδεσπότης, οικογένεια, οικότροφος, οικόπεδο, οικοσκευή, οικόσημο, οικονομία, οικόσιτος, οικουμένη, οικολογία
σώφρονες < σώος + φρήν (γεν. φρενός): φρενίτιδα, φρενοκομείο, φρενοβλαβής, παράφρων, μετριόφρων, εχέφρων, εθνικόφρων, ευφροσύνη, παραφροσύνη, μετριοφροσύνη, σωφροσύνη, νομιμοφροσύνη, φρόνιμος
ανδρεία < άνήρ (γεν. ανδρός): ανδρικός, ανδρισμός, ανδροπρεπής, ανδροκρατία, ανδρόγυνο, ανδροπρεπής, άνανδρος, εύανδρος, ανδράποδο, εξανδραποδισμός, ανδραγαθία, ανδρείκελο, ανδριάντας